-
Δεν ανανεώνεται
-
Επιλέγεις τα γεύματά σου!
-
Εβδομαδιαία ή Μηνιαία
-
Ανανέωση αυτόματη / κατόπιν επιβεβαίωσης
-
Παύση συνδρομής χωρίς χρέωση
-
Προπληρωμή
Το intermittent fasting ή αλλιώς “διαλειμματική νηστεία” συνιστά ένα από τα πιο δημοφιλή διατροφικά μοντέλα των τελευταίων ετών. Κερδίζει έδαφος αποκτώντας αρκετούς νέους υποστηρικτές και θεωρείται ένα από τα πλέον επιτυχημένα μοντέλα διατροφής σε ό,τι έχει να κάνει με την απώλεια βάρους. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι δεν εντοπίζεται μόνο ένα αντίστοιχο μοτίβο, αλλά σε πολλές και διαφορετικές εκφάνσεις. Ας δούμε τελικά στη διαλειμματική νηστεία πώς τρώμε!
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα πλάνο διατροφής όπου 5 ημέρες το άτομο σιτίζεται κανονικά, στις θερμίδες συντήρησής του και 2 ημέρες μειώνει αυτόν τον αριθμό στο 25% της πρόσληψης. Επί παραδείγματι, αν κάποιος για να διατηρήσει το σωματικό του βάρος χρειάζεται 2000 θερμίδες, αυτές θα καταναλώνει τις 5 ημέρες της εβδομάδας, ενώ τις άλλες 2 θα περιοριστεί στις 500 την ημέρα. Ενδεικτικά, ας δούμε ενδεικτικά το μενού της διαλειμματικής νηστείας σε αυτή την περίπτωση: 1 ποτήρι ημίπαχο γάλα με 1 τοστ (γαλοπούλα-τυρί) και 1 φρούτο.
Βάσει ερευνητικών δεδομένων, τα αποτελέσματα που λάβαμε από αυτό το μοντέλο διατροφής είναι η μείωση του σωματικού βάρους, η ελάχιστη μείωση της γλυκόζης νηστείας, της LDL χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων και η μικρή βελτίωση στους δείκτες φλεγμονής όπως η CRP, η αδινοπηκτίνη και η λεπτίνη. Επιπλέον, σημειώθηκε βελτιωμένη διάθεση και αύξηση της αυτοπεποίθησης των διαιτώμενων. Τέλος, σε ποσοστό μικρότερο του 15% εμφανίστηκαν αρνητικές επιδράσεις, όπως πείνα και μειωμένη ενέργεια.
Πρόκειται για την πιο απαιτητική και δύσκολη ως προς τη συμμόρφωση εκδοχή της διαλειμματικής νηστείας (ή αλλιώς δίαιτα νηστείας) κατά την οποία το άτομο μια ημέρα απέχει από τρόφιμα και θερμιδογόνα ροφήματα, ενώ την επόμενη τρώει ελεύθερα. Επί παραδείγματι, η Δευτέρα είναι ημέρα νηστείας, η Τρίτη ημέρα ελεύθερης σίτισης και ούτω καθ’ έξης.
Είναι αναγκαίο να τονιστεί πως η υιοθέτηση ενός από τα προαναφερθέντα δύο μοτίβα δίαιτας είναι εξαιρετικά δύσκολη λόγω του ακραίου θερμιδικού περιορισμού. Είναι απαραίτητο, η καθημερινή μας διατροφή να μας καθιστά λειτουργικούς και ικανούς να αντεπεξέλθουμε στην καθημερινότητά μας χωρίς να νιώθουμε ότι υποβαλλόμαστε σε στέρηση.
Το πλέον δημοφιλές μοτίβο διατροφής που είναι και το πιο συνυφασμένο με τον ορισμό του fasting στη συνείδηση του ευρέος κοινού. Κατά κανόνα, ο διαιτώμενος απέχει 16 ώρες από την πρόσληψη θερμίδων και έχει ένα χρονικό παράθυρο 8 ωρών προκειμένου να σιτιστεί. Εντούτοις, στις 16 ώρες νηστείας επιτρέπονται υγρά όπως νερό, καφές χωρίς την προσθήκη γάλακτος, ζάχαρης ή γλυκαντικών που αποδίδουν θερμίδες, όπως το μέλι, τσάι, αφεψήματα και αναψυκτικά με μηδέν θερμίδες. Ωστόσο, είναι σαφές ότι ότι το τι τρώμε στη διαλειμματική νηστεία για να λειτουργήσει θα πρέπει το άτομο να βρίσκεται σε θερμιδικό περιορισμό διότι σε διαφορετική περίπτωση το άτομο δε θα δει μείωση στο βάρος του.
Οι μέχρι στιγμής έρευνες δείχνουν πως έχει αποτέλεσμα και στην υγεία. Πιο συγκεκριμένα,
Είναι γεγονός πως οι μηχανισμοί με τους οποίους επιτυγχάνονται τα παραπάνω δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένοι. Εντούτοις, σε ένα γενικό πλαίσιο προέρχονται από μεταβολικές αλλαγές και ανοχή στο κυτταρικό στρες με αποτέλεσμα τη μείωση της φλεγμονής. Τα κύτταρα ενεργοποιούν μονοπάτια με προστατευτική δράση στο οξειδωτικό και μεταβολικό στρες και μονοπάτια που στοχεύουν στην απομάκρυνση ή την επιδιόρθωση ελαττωματικών μορίων. Κατά τη δίαιτα νηστείας μειώνονται τα μονοπάτια του αναβολισμού και ελαττώνεται η συνολική παραγωγή νέων πρωτεϊνών στο σώμα με σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας και δομικών στοιχείων. Παράλληλα, ενεργοποιείται η διαδικασία της αυτοφαγίας. Πρόκειται για μια οργανωμένη, ομαλή διαδικασία που υποβαθμίζει και ανακυκλώνει κυτταρικά συστατικά. Αντικαθιστά τα παλιά τμήματα του κυττάρου.
Η αυτοφαγία, περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1962, όταν οι ερευνητές παρατήρησαν αύξηση στον αριθμό των λυσοσωμάτων, σε ηπατικά κύτταρα αρουραίου μετά από έγχυση γλυκαγόνης. Πλέον, ενεργοποιείται από τη στέρηση θρεπτικών συστατικών. Όταν η ινσουλίνη μειώνεται, ανεβαίνει η γλυκαγόνη και το αντίστροφο. Όταν τρώμε η ινσουλίνη ανεβαίνει και κατεβαίνει η γλυκαγόνη. Όταν δεν τρώμε (νηστεία) η ινσουλίνη πέφτει και η γλυκαγόνη ανεβαίνει. Αυτή η αύξηση της γλυκαγόνης διεγείρει τη διαδικασία της αυτοφαγίας. Η νηστεία (ασιτία) (λόγω αύξησης της γλυκαγόνης) δίνει τη μεγαλύτερη ώθηση στην αυτοφαγία. Η μελέτη των μηχανισμών της, χάρισε στο Γιοσινόρι Οσούμι το Νόμπελ Ιατρικής του 2016. Παράλληλα, η διαλειμματική νηστεία συμβάλλει στην αύξηση της αυξητικής ορμόνης, που είναι ευεργετική και απαραίτητη, τόσο για τη λιπόλυση όσο και για τη σύνθεση της μυϊκής μάζας.
Με ερωτηματικό παραμένει η καταλληλότητα του πρωτοκόλλου για αθλητές και αθλούμενους, αφού η χρονική στιγμή της κατανάλωσης γευμάτων έχει μεγάλη σημασία, με βάση το αγώνισμα, καθώς και τον αριθμό των προπονήσεων. Σε περίπτωση διπλών προπονήσεων καθημερινά, με τον αριθμό των αθλητών που τις έχουν στο πρόγραμμά τους να είναι τεράστιος, προκύπτουν δύο πολύ σημαντικά ερωτήματα:
Βιβλιογραφία